Το εστιατόριο ήταν εξ ολοκλήρου εξοπλισμένο με όλα όσα χρειάζονταν για την προετοιμασία του κλασσικού αγγλικού τσαγιού, με μερικές τσαγιέρες, διαφορετικά φλιτζάνια, ηλεκτρικό μάτι για το βρασμό του νερού, τα πιο συνηθισμένα είδη τσαγιού είτε σε φακελάκι είτε σε φύλλα, διάφορα μαχαιροπήρουνα, ζάχαρη και μία διακριτική ποικιλία γλυκών και λοιπών εδεσμάτων. Δεν θα μπορούσε να έλειπε το γάλα, που πρόσθεταν πλουσιοπάροχα στο τέλος της προετοιμασίας. Σύμφωνα με τους οπαδούς του σωστού αυθεντικού τσαγιού, οι Άγγλοι είχαν καταστρέψει αυτό το θεσπέσιο αφέψημα, προσθέτοντας γάλα, κάτι που μάλλον ήταν αλήθεια, αλλά αφού τους άρεσε, εμείς γιατί να αντιδρούμε; Τα γούστα είναι γούστα: τι να πουν οι Ιταλοί, τότε, δεδομένου ότι οι Αμερικανοί ψήνουν την πίτσα ακόμη και στην ψησταριά;
Ο Ντρου έβρασε το νερό, το ανακάτεψε λίγο στο τσαγιερό για να τη ζεστάνει, την άδειασε και έβαλε μέσα τρία κουταλάκια φύλλα Darjeeling, το αγαπημένο του: ένα κουταλάκι για κάθε φλιτζάνι και ένα για το τσαγιερό, σύμφωνα με την παράδοση. Πρόσθεσε το βραστό νερό και άφησε να εκχυθεί για τέσσερα λεπτά, που είναι ο απαραίτητος χρόνος για να φτάσει στην ιδανική συγκέντρωση.
<Κάτι ακόμη, Καθηγητά>, συνέχισε ο Μαρρόν. <Πώς θα πληρωθούν οι επιστήμονες που αναφέρατε; Ο καθηγητής Καμαράντα, για παράδειγμα, απλά αποδέχτηκε την ανάθεση κι αύριο θα είναι εδώ. Ποιος θα πληρώσει για το ταξίδι, τα έξοδα παραμονής, την εργασία του;>
<Το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ έχει μία ετήσια σύμβαση με πολλά Πανεπιστήμια, μέσω της οποίας οι ερευνητές που μετακινούνται μεταξύ των πανεπιστημίων που συμμετέχουν στη σύμβαση, αμείβονται σαν να είχαν παραμείνει στην έδρα τους. Τα έξοδα καλύπτονται αυτομάτως, γιατί εντάσσονται στις προβλεπόμενες παροχές. Εφόσον η κυκλοφορία των ατόμων είναι εξισορροπημένη μεταξύ των εδρών, ο ετήσιος προϋπολογισμός δεν επηρεάζεται. Αλλά, αντίθετα, κάθε Πανεπιστήμιο έχει κέρδος από επιστημονικής άποψης, χάρη στη συμμετοχή των μυαλών που «μεταναστεύουν» για μία συγκεκριμένη περίοδο>.
<Κατάλαβα. Άρα, οι συνάδελφοι που έχετε επιλέξει, προέρχονται από Πανεπιστήμια που έχουν σύμβαση με το Μάντσεστερ;>
<Ακριβώς, Μαρρόν. Όταν, χθες το μεσημέρι, υπέβαλα τη λίστα στον ΜακΚίντοκ για έγκριση, το πρώτο πράγμα που ήλεγξε ήταν ακριβώς αυτό. Εκείνος, πρέπει να κάνει καλή διαχείριση. Ανεξάρτητα από το οικονομικό ζήτημα, ωστόσο, για τους επιστήμονες η μεταφορά είναι κέρδος, από πνευματικής και πολιτιστικής άποψης, εφόσον η άμεση συνεργασία με συναδέλφους από άλλα Πανεπιστήμια είναι συχνά τονωτική και συναρπαστική. Ο πειραματισμός με διάφορες προσεγγίσεις ενός προβλήματος, η αντιπαράθεση για απόψεις που απέχουν πολύ μεταξύ τους ή ακόμη και απλά το να βρίσκεσαι και να δουλεύεις σε ένα περιβάλλον αποστασιοποιημένο από αυτό που έχεις συνηθίσει, συχνά βοηθά στο να ανακύψουν νέες έννοιες που εμπλουτίζουν την Επιστήμη και οι μελετητές ζουν αυτή την εμπειρία>.
<Είμαι σίγουρος γι’ αυτό>. Ο Μαρρόν πήρε ένα κουτί με γλυκά, ενώ ο Ντρου ξαναγέμιζε τα φλιτζάνια. Κάθισαν σε ένα τραπεζάκι και ήπιαν το τσάι τους, συμπληρώνοντας έτσι αυτό το τόσο αγαπημένο τελετουργικό των Άγγλων, για να πάρουν αυτή την ευχαρίστηση που εξέφραζε ένα από τα βασικά στοιχεία του βρετανικού πνεύματος.
Μετά το διάλειμμα, επέστρεψαν στο γραφείο και ο Ντρου κάλεσε τον Σουλτς. Απάντησε ο ίδιος, κάτι πολύ παράξενο δεδομένου ότι, από όσο γνώριζε ο Ντρου, ο Γερμανός πάντα άφηνε να απαντήσει κάποιος τελειόφοιτός του και πήγαινε στο τηλέφωνο μόνο για ζητήματα ζωτικής σημασίας>.
<Είμαι ο Ντρου από το Μάντσεστερ. Γεια σου, Ντίτερ>.
<Α, γεια σου, Λέστερ. Πώς πάει;>
<Καλά, ευχαριστώ. Εσύ; Πάντα παλεύεις με τη βάρκα σου;> Ο Σουλτς είχε αγοράσει μία βάρκα μεταχειρισμένη και πολύ κατεστραμμένη, πριν από έναν περίπου χρόνο και προσπαθούσε να την επισκευάσει, για να πάει για ψάρεμα στον ποταμό Νέκαρ.
<Εδώ όλα καλά. Η βάρκα ακόμα μπάζει νερά. Νόμιζα ότι είχα επισκευάσει όλα της τα ελαττώματα αλλά, προφανώς, κάποια μου ξέφυγαν. Ωστόσο, αυτή την περίοδο δεν έχω πολύ καιρό για να ασχοληθώ μαζί της. Όλοι μου οι τελειόφοιτοι είναι σε περιήγηση μαζί με τους παρατηρητές των κυμάτων βαρύτητας στην Ευρώπη κι εγώ έχω μείνει εδώ και φυλάω το φρούριο>.
<Δεν τους συνόδευσες;>, ο Ντρου είχε μπερδευτεί.
<Όχι. Πήγαν με έναν συνάδελφο που προσφέρθηκε με ευγένεια>. Ο Σουλτς μιλούσε ειρωνικά. <Τουλάχιστον, αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Η αλήθεια είναι ότι ο Χόφνερ ήθελε να πάρει άδεια τον Ιούνιο, κάτι που δεν δικαιούταν άλλο μήνα εκτός από τον Ιούλιο. Πιστεύω ότι η γυναίκα του τον εκβίασε: προφανώς εκείνη είχε άδεια τον Ιούνιο και είχε την αξίωση να την πάει ο άνδρας της. Για να τον χαροποιήσω, του είπα ότι θα τον αντικαθιστούσα εγώ τον Ιούνιο κι εκείνος θα συνόδευε τους φοιτητές, στη θέση μου: δέχτηκε στο φτερό. Καλύτερα να τρέχεις από εδώ κι από εκεί σε υπόγεια εργαστήρια, με πρωτόπειρους φοιτητές, παρά να υποφέρεις την εκδίκηση της γυναίκας σου>. Πάλι ειρωνευόταν.
<Καταλαβαίνω. Ο Χόφνερ έχει την πλήρη κατανόησή μου>. Ο Ντρου ξεφύσησε. <Λοιπόν, Ντίτερ, σε κάλεσα για να σου ζητήσω να συνεργαστούμε στη μελέτη ενός πειραματικού φαινομένου, που ανακαλύψαμε οι ίδιοι εδώ. Μπορείς;>
Ο Σουλτς σκέφτηκε για μία στιγμή.
<Να δούμε…Θα πρέπει να έρθω εκεί;>
<Ναι, είναι απαραίτητο. Πρέπει να σου δείξω το φαινόμενο στην εφαρμογή του, όπως και τον εξοπλισμό που το παρήγαγε. Επιπλέον, θα είσαι μέλος μίας ερευνητικής ομάδας που συνθέτω γι’ αυτό τον σκοπό. Έτσι θα μπορούμε να δουλεύουμε όλοι μαζί>.
<Εντάξει. Πότε σε βολεύει να είμαι εκεί;>
<Εεε...> ο Ντρου ντράπηκε. <Ο Καμαράντα θα έρθει αύριο το βράδυ…>
<Αύριο το βράδυ;!> εξερράγη έκπληκτος ο Σουλτς. <Πολύ έγκαιρη προειδοποίηση, έτσι Λέστερ;> Σκέφτηκε λίγο και συνέχισε:
<Όπως το σκέφτομαι, τώρα δεν έχω πολλούς φοιτητές να παρακολουθήσω και για τις διαλέξεις μπορεί να με αντικαταστήσει ο Εμπερσμπάχερ. Είναι ικανός. Σύμφωνοι, θα μιλήσω με τον Πρύτανη και υπολογίζω να είμαι στο Μάντσεστερ μεθαύριο>.
<Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, Ντίτερ. Θα δεις, δεν θα το μετανιώσεις>.
<Κι εγώ αυτό ελπίζω> είπε και πάλι ειρωνικά ο Σουλτς. <Δεν σε ρωτώ ποιος άλλος θα είναι, εκτός από τον Καμαράντα. Προτιμώ να είναι έκπληξη. Εις το επανιδείν, Λέστερ!>
<Εις το επανιδείν, Ντίτερ>.
Ο Σουλτς λάτρευε τις εκπλήξεις, αλλά και τον κίνδυνο, που τώρα αντιπροσώπευε το τελευταίο άτομο που έπρεπε να πάρει: η Τζάσμιν Νόβακ.
Ο Ντρου έστειλε τον Μαρρόν στην αίθουσα φωτοτυπικών να βγάλει αντίγραφα κάποιων φυλλαδίων. Δεν ήθελε να παραβρίσκεται στις συζητήσεις ανάμεσα σε εκείνον και τη Νορβηγίδα, ούτε να τον δει να τον ρίχνει εκείνη η Βαλκυρία. Καλύτερα, να μην το ρισκάριζε.
<Είμαι ο Ντρου, από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Ψάχνω την καθηγήτρια Τζάσμιν Νόβακ>.
<Καλημέρα, καθηγητά. Εδώ είναι. Τη φωνάζω αμέσως>.
<Ευχαριστώ, καλημέρα>.
Ο Ντρου άκουσε στο βάθος κάποια φράση στα νορβηγικά, μετά το ακουστικό άλλαξε χέρια.
<Εδώ Νόβακ>.
Η σκανδιναβική της προφορά ήταν απλή λεπτομέρεια σε εκείνη την ψυχρή, σαν τον Αρκτικό Κύκλο, φωνή.
<Είμαι ο καθηγητής Ντρου από το Παν...>
<... από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, ξέρω. Ο συνεργάτης μου το ανέφερε, τι περιμένατε;>
«Ωραία ξεκινάμε», σκέφτηκε ο Ντρου. «Ας προσπαθήσω να επιδείξω καλούς τρόπους».
<Σας ευχαριστώ για τον χρόνο που μου αφιερώνετε. Σας καλώ για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που μόνο εσείς μπορείτε να λύσετε. Τυχαία, έπεσα πάνω σε ένα πολύ παράξενο φυσικό φαινόμενο, του οποίου η πολυπλοκότητα είναι τόσο μεγάλη που ζητά τα καλύτερα μυαλά, για να μπορέσει να διερευνηθεί και να εξηγηθεί. Γι’ αυτό πήρα το θάρρος να επικοινωνήσω μαζί σας, ελπίζοντας ότι θα μπορέσετε να συμμετάσχετε σε μία ερευνητική ομάδα που συνθέτω, γι’ αυτό τον σκοπό. Οι ικανότητες της διαίσθησης και επισκόπησης σας, είναι γνωστές σε όλον τον κόσμο και…>
<Τι φαινόμενο;>. Η Νόβακ ήταν αδιάφορη προς τις κολακείες του Ντρου και παρέμεινε ψυχρή, όπως πριν. Ωστόσο, έδειχνε ενδιαφέρον για το φαινόμενο κι αυτό ήταν μία πρόοδος.
<Λυπάμαι, καθηγήτρια Νόβακ, αλλά είμαι υποχρεωμένος να το κρατήσω μυστικό και να μην μιλώ γι’αυτό από το τηλέφωνο. Όλες οι πληροφορίες θα παρασχεθούν μόνο στα μέλη της ερευνητικής ομάδας. Ελπίζω ολόψυχα ότι θέλετε να είστε μέλος της>. Ο Ντρου τα είχε δώσει όλα. Τώρα, εξαρτιόταν από τη Νόβακ.
<Ποιος θα συμμετάσχει στην ομάδα;>
Ο Ντρου ήταν προετοιμασμένος για την ερώτηση, αλλά τον τάραξε το ίδιο, έτσι κι αλλιώς.
<Ο Καμαράντα, ο Σουλτς και...> δίστασε <... ο Κομπαγιάσι> κατέληξε ξεφυσώντας. <Ο Κομπαγιάσι;> επανέλαβε η Νόβακ. <Ο Κομπαγιάσι; Χα, χα, χα!> Ξέσπασε σε ένα γέλιο διασκέδασης. <Άριστη επιλογή, καθηγητά Ντρου! Θα είναι χαρά μου να βάλω στη σειρά αυτόν τον ανίκανο φαλλοκράτη φαφλατά!>
Ο Ντρου έμεινε εμβρόντητος. Ποτέ δεν θα περίμενε μία τέτοια αντίδραση. Η Νορβηγίδα είχε ξεσπάσει σε γέλια μόνο στη σκέψη ότι πιάνει στα νύχια της τον Κομπαγιάσι. Τρελή. Αυτή η γυναίκα πρέπει να έχει πολλούς ανοικτούς λογαριασμούς με τους άντρες, για να συμπεριφέρεται έτσι. Ωστόσο, αποδέχτηκε αδιαμαρτύρητα την ανάθεση κι αυτό ήταν ένα αποτέλεσμα που ο Ντρου δεν περίμενε να έχει τόσο εύκολα. Ήξερε ότι έριχνε τον καημένο τον Κομπαγιάσι στα χέρια της Νόβακ, αλλά ήξερε ότι η Μαόκο θα λειτουργούσε σαν μεσολαβητής και τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο δύσκολα μετά. Στο τέλος-τέλος ήταν όλοι επιστήμονες με σκοπό να μελετήσουν ένα πολύπλοκο πρόβλημα κι η έρευνα ερχόταν σε πρώτη μοίρα.
<Θα μπορούσατε να έρθετε στο Μάντσεστερ μεθαύριο;> ρώτησε ο Ντρου, αγνοώντας το ξέσπασμα ιλαρότητας της Νόβακ.
Μία στιγμιαία παύση και μετά η Νορβηγίδα απάντησε, σχεδόν με συμπάθεια:
<Πιστεύω πως ναι. Θα μοιράσω τις αρμοδιότητές μου στους συναδέλφους. Είμαι περίεργη να δω το φαινόμενο για το οποίο μου μιλάτε> και σ’εκείνο το σημείο επέστρεψε το πολικό ψύχος: <Εύχομαι να είναι, όντως, κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί και όχι μία φάρσα, όπως άλλες λανθασμένες ανακαλύψεις>.
Ο Ντρου ταράχτηκε και πάλι, αλλά δεν έχασε τη συγκέντρωσή του.
<Δεν θα το μετανιώσετε, καθηγήτρια Νόβακ. Σας είμαι βαθιά ευγνώμων που αποδεχτήκατε την πρότασή μου. Σας περιμένω με ανυπομονησία. Και πάλι ευχαριστώ και εις το επαναδείν>.
<Εις το επαναδείν>, ήταν ο ξερός χαιρετισμός της.
Ο Ντρου ήταν στον έβδομο ουρανό. Είχε καταφέρει να συνθέσει μία ομάδα και, σύντομα, θα ξεκινούσαν να εργάζονται πάνω στο φαινόμενο.
Κάλεσε τον Κομπαγιάσι, για να τον ενημερώσει σχετικά με την ημερομηνία συνάντησης. Παρόλο που το διάστημα ήταν πολύ σύντομο, ο Ιάπωνας συμφώνησε και επιβεβαίωσε ότι θα είναι παρόν στην καθορισμένη ημερομηνία.
Ο Μαρρόν επέστρεψε με τις φωτοτυπίες και ο Ντρου τον ενημέρωσε για τη συμφωνία που είχε επιτύχει με τους επιστήμονες της νεοσυσταθείσας ερευνητικής ομάδας.
<Καθηγητά>, παρατήρησε ο φοιτητής, <σκεφτόμουν ότι, όταν θα δείξουμε το φαινόμενο στους συναδέλφους, η καθηγήτρια Μπράις θα πρέπει να είναι εκτός γραφείου κι εμείς θα πρέπει να είμαστε σε θέση να μαζέψουμε εν αγνοία της όλο το υλικό που θα μετακινήσουμε, αλλιώς η κατάσταση θα είναι άσχημη>. Το σκηνικό με την Μπράις στο γραφείο του Πρύτανη τον απασχολούσε.
<Έχεις δίκιο, Μαρρόν>, συγκατένευσε ο Ντρου. <Έχουμε δύο εναλλακτικές: ή, σε συμφωνία με τον ΜακΚίντοκ, την ενημερώνουμε για το πείραμα και ζητάμε τη συνεργασία της ή τα κάνουμε όλα, όταν θα λείπει από το γραφείο της. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, ωστόσο, θα πρέπει να ζητήσουμε από τον Πρύτανη τα κλειδιά αυτού του γραφείου>. Σκέφτηκε για λίγο και μετά κατέληξε: <Ας ακούσουμε τον ΜακΚίντοκ. Εκείνος θα αποφασίσει>.
<Αστειεύεσαι;> απάντησε ο ΜακΚίντοκ. <Η Μπράις με βασανίζει αρκετά, χωρίς το τελευταίο νέο. Θα πρέπει να την βάλουμε στο παιχνίδι, δεν υπάρχουν άλλες επιλογές. Επιπλέον, όταν θα πειραματίζεσαι με το φαινόμενο πάνω σε ζώα, μία Βιολόγος θα εξυπηρετήσει>.
Ο Ντρου δεν το είχε σκεφτεί αυτό, αλλά ο Πρύτανης είχε δίκιο.
<Πιστεύεις ότι είναι διαθέσιμη για μία συνάντηση, τώρα;> τον ρώτησε ο Ντρου.
Ως απάντηση, ο ΜακΚίντοκ φώναξε αμέσως τη γραμματέα του.
<Δεσποινίς Γουότς, που είναι η Καθηγήτρια Μπράις αυτή τη στιγμή;>, περίμενε λίγο, άκουσε την απάντηση και μετά: <Πολύ καλά. Ευχαριστώ. Μπορείτε να της πείτε να έρθει στο γραφείο μου αμέσως; Τέλεια. Και πάλι, ευχαριστώ>.
Η δεσποινίς Γουότς ήταν πρότυπο αποτελεσματικότητας. Έξυπνη, διορατική και γρήγορη, ήταν το δεξί χέρι του Πρύτανη και την είχε σε πολύ μεγάλη εκτίμηση.
<Η Μπράις είναι ακόμη σε διάλειμμα. Σε λίγο θα είναι εδώ>, τους ενημέρωσε ο ΜακΚίντοκ.
Ο Ντρου πρόσεξε ότι ο Πρύτανης είχε μαύρους κύκλους στα μάτια και νυσταγμένη έκφραση. Θα πρέπει να πέρασε τη νύχτα στη φιλενάδα του, γιατί έτσι ήταν πάντα την επομένη. Ο Ντρου τον ζήλευε λίγο, αλλά μπορούσε να παραδεχτεί ότι δεν ασχολούταν και πολύ με το να βρει γυναίκα. Προφανώς, ο ΜακΚίντοκ ήταν πιο ικανός ή πιο τυχερός.
<Η ερευνητική ομάδα θα είναι εδώ, εντός δύο ημερών, ΜακΚίντοκ. Υπολογίζουμε να ξεκινήσουμε, σύντομα, τις εργασίες>, τον ενημέρωσε ο Ντρου.
Ο Πρύτανης κοίταξε τον Μαρρόν. Τον κοίταξε καλά-καλά και μετά του απεύθυνε τον λόγο, για πρώτη φορά, από τότε που ξεκίνησε το όλο θέμα.
<Εσύ, λοιπόν, είσαι ο φοιτητής του Λέστερ>, αναφώνησε σκεπτικός. <Αυτός εδώ…> έγνεψε αστειευόμενος προς τον Ντρου <…λέει ότι εσύ παρατήρησες το φαινόμενο που παρήγαγε ο εξοπλισμός. Έτσι είναι;>
Ο Μαρρόν ντράπηκε επιπλέον, επειδή ήταν μπροστά στον άνθρωπο με το πιο υψηλό αξίωμα του Πανεπιστημίου.
<Ε.. ναι, κύριε. Έτσι έγινε. Χάρη στα μοναδικά χαρακτηριστικά της συσκευής που έφτιαξε ο καθηγητής Ντρου και σε μία σειρά ευτυχών συμπτώσεων, είχα το προνόμιο να παρατηρήσω αυτό το φαινόμενο. Τώρα, μπορούμε να το μελετήσουμε σε βάθος και με την ερευνητική ομάδα που συνέθεσε ο καθηγητής…>
Στο μεσοδιάστημα, η καθηγήτρια Μπράις άνοιξε διάπλατα την πόρτα και μπήκε μέσα, με το φλιτζάνι με το τσάι ακόμη στα χέρια της και χωρίς να πει λέξη, πήρε μία καρέκλα και την ακούμπησε με δύναμη στο πάτωμα, δίπλα από το γραφείο. Κάθισε και κοίταξε τον Πρύτανη με μάτια που έβγαζαν φλόγες.
<Λοιπόν;> είπε με έπαρση.
Ο ΜακΚίντοκ ήταν συνηθισμένος στις προκλητικές συμπεριφορές της γυναίκας και δεν θύμωνε, πλέον.
<Εκρηκτική Καθηγήτρια Μπράις, Μέγκαν…>, προσπαθούσε να τη μαλακώσει αποκαλώντας την με το μικρό της όνομα, αλλά εκείνη ως απάντηση στένεψε το δεξί της μάτι και γύρισε προς τα κάτω τις γωνίες του στόματός της. Χτύπησε το φλιτζάνι στην επιφάνεια του γραφείου, χύνοντας τσάι πάνω στις σημειώσεις του Πρύτανη και σε ένα μικρό αρχαίο αμφορέα, που είχε πάνω στο έπιπλο, σταύρωσε τα χέρια και τον κοίταξε με ακόμη πιο θανάσιμο βλέμμα.
<Ναι, Λάχλαν;> είπε ειρωνικά.
Ο ΜακΚίντοκ ξεφύσησε.
<Χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας για μία έρευνα…>
<Αν έχετε χάσει τα κλειδιά, να φωνάξετε κλειδαρά. Εγώ έχω καλύτερα πράγματα να κάνω!>
<Καταραμένη, Μπράις!> ξέσπασε ο ΜακΚίντοκ χτυπώντας τη γροθιά του πάνω στο γραφείο κάνοντας εκείνος, τώρα, το τσάι να πεταχτεί από το φλιτζάνι της Καθηγήτριας. Εκείνη αναπήδησε τρομαγμένη, πάνω στην καρέκλα. Στο μεταξύ, ο Πρύτανης συνέχισε έντονα:
<Αν έβαλα να σας καλέσουν ήταν γιατί σας χρειάζομαι, αλλιώς θα μπορούσα να κάνω και χωρίς αυτό, μετά χαράς, δεδομένου ότι δεν χαίρομαι καθόλου να σας έχω μέσα στα πόδια μου. Έγινα σαφής;>
Η Καθηγήτρια έγινε κάτασπρη σαν πανί και τον κοιτούσε με προσήλωση, χωρίς να κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι της.
Ο ΜακΚίντοκ συνέχισε, πιο ήρεμος:
<Τον καθηγητή Ντρου τον ξέρετε ήδη. Αυτός είναι ο φοιτητής της Φυσικής, Τζόσουα Μαρρόν>. Η Μπράις έστρεψε τα μάτια της που τρεμόπαιζαν προς τον φοιτητή και τα έστρεψε ξανά στον Πρύτανη, άναυδη. Εκείνος συνέχισε.
<Ανακάλυψαν ένα επαναστατικό φαινόμενο και ετοιμάζονται να το μελετήσουν με μία ερευνητική ομάδα που θα αποτελείται από τους καλύτερους επιστήμονες που υπάρχουν και οι οποίοι επελέγησαν από τον Ντρου. Εφόσον η έρευνα εμπλέκει και έννοιες Βιολογίας, θεωρούμε ότι είστε το πιο κατάλληλο άτομο για αυτή τη δουλειά. Είστε μαζί μας;> κατέληξε αποφασιστικά.
Η Καθηγήτρια έμεινε ακίνητη για λίγο, μετά χαλάρωσε το κορμί της και πήρε την πρώτη ανάσα, αφότου ο ΜακΚίντοκ χτύπησε τη γροθιά στο τραπέζι. Δεν είχε αναπνεύσει, καν, από εκείνη τη στιγμή.
<Κύριοι, συγχωρείστε τη συμπεριφορά μου. Πρύτανη, είπατε χρήση εννοιών Βιολογίας; Με ποιο σκοπό;>
Ο ΜακΚίντοκ κοίταξε τον Ντρου, ο οποίος παρενέβη με ευθυμία, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
<Καθηγήτρια, αρχικά, πρέπει να σας πω ότι είναι μία μυστική έρευνα>. Η Μπράις στένεψε τα μάτια. Ο Ντρου συνέχισε:
<Είμαστε σε θέση να μετακινούμε ύλη στιγμιαία, ανάμεσα σε δύο σημεία, που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Τα αντικείμενα που βρήκατε τις προάλλες στην πολυθρόνα σας, προέρχονταν από το εργαστήριο Φυσικής, στο οποίο εγώ και ο φοιτητής Μαρρόν πειραματιζόμαστε πάνω στο φαινόμενο που μόλις ανακαλύφθηκε. Μας συγχωρείτε για την αναστάτωση που σας προκαλέσαμε, αλλά δεν μπορούσαμε να ξέρουμε που θα κατέληγε αυτό το πράγμα>. Η Μπράις άνοιξε διάπλατα τα μάτια της για μία στιγμή και, μετά, συνέχισε να ακούει με προσοχή.
Ο Ντρου συνέχισε να εξηγεί:
<Με την επιστημονική ομάδα που επέλεξα θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε τη θεωρία που εξηγεί το φαινόμενο που ανακαλύψαμε, έτσι θα πρέπει να δοκιμάσουμε να μετακινήσουμε ακόμη και ζωντανές υπάρξεις, φυτά και ζώα. Η βοήθειά σας θα είναι καθοριστική>.
<Γιατί το ζητάτε ειδικά από μένα; Υπάρχουν πολλοί άξιοι εν ενεργεία Βιολόγοι>, ρώτησε η καθηγήτρια.
<Η συσκευή που οδηγεί στη μεταφορά, έχει, εντελώς τυχαία, ως προορισμό την πολυθρόνα σας. Δεν ξέρουμε ακόμη πώς να αλλάξουμε τις συντεταγμένες, έτσι η πρώτη φάση του πειράματος θα προχωρήσει, χρησιμοποιώντας και το γραφείο σας. Θα μας βοηθήσετε;>
Η Μπράις άλλαξε εντελώς έκφραση. Τώρα ήταν σαν χαζή, σαν φοιτήτρια στις πρώτες τις εμπειρίες στο εργαστήριο. Ίσως, αυτή να ήταν η πραγματική καθηγήτρια Μέγκαν Μπράις: μία επιστήμων που είχε, απλώς, ανάγκη να αντιμετωπίσει μία πρόκληση, που θα την απομάκρυνε από τη διδασκαλία σε άτακτους κι απρόσεκτους φοιτητές.
<Φυσικά, Καθηγητά Ντρου>, αναφώνησε. <Αλλά θα σας κοστίσει λίγο…>
Ο Ντρου την κοίταξε με απορία κι εκείνη συνέχισε:
<Τώρα ξέρω σε ποιον να στείλω το λογαριασμό από το καθαριστήριο που μου καθάρισε τη φούστα!> του τόνισε και βγήκε χαμογελώντας από το γραφείο.
Οι τρεις άντρες έμειναν σιωπηλοί για λίγο και, μετά, ο ΜακΚίντοκ κατέληξε:
<Είναι καλή γυναίκα, κατά βάθος. Πρέπει να πιέζεται συνεχώς και πολύ με τη ζωή που ζει. Πρέπει να την καταλάβουμε. Όμως, τώρα, σκέφτομαι ότι αυτό το εγχείρημα θα την φέρει σε κατάσταση χαράς και αυτό θα είναι βολικό και για εκείνη και για την έρευνά μας>.
<Αμήν!> σχολίασε ο Ντρου.
<Επιπλέον, Λέστερ>, συνέχισε ο Πρύτανης, <επιβεβαίωσες ότι το εργαστήριο όπου έχεις το πείραμα είναι ακόμη σφραγισμένο; Εγώ το έκλεισα επισήμως, όταν μου το ζήτησες χθες>.
<Ήταν το πρώτο πράγμα που κάναμε>, απάντησε ο Ντρου, ενώ σηκωνόταν ακολουθούμενος από τον Μαρρόν. <Θα τα ξαναπούμε, όταν θα φτάσουν οι επιστήμονες. Αντίο, Λάχλαν>.
<Εις το επαναδείν, πρύτανη ΜακΚίντοκ>, χαιρέτησε με σεβασμό ο Μαρρόν.
Το εργαστήριο είχε ακόμη τις αυτοκόλλητες ταινίες σφράγισης πάνω στην πόρτα και μία καλοφτιαγμένη καρτέλα συνόδευε τα προειδοποιητικά ορνιθοσκαλίσματα του Ντρου, από τη νύχτα της ανακάλυψης.
Ο καθηγητής απομάκρυνε τις ταινίες και οι δυο τους μπήκαν μέσα, για πρώτη φορά από τότε. Όλα ήταν όπως τα είχαν αφήσει. Τα πολυάριθμα εργαστήρια Φυσικής του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ φρόντιζαν η μη διαθεσιμότητα αυτού του σφραγισμένου εργαστηρίου να μην παρεμποδίζει τις διδακτικές δραστηριότητες.
Βγήκαν κι ο Ντρου ξανασφράγισε το εργαστήριο, χρησιμοποιώντας νέες ταινίες που είχε πάρει προηγουμένως από τη γραμματεία.
Επέστρεψαν στο γραφείο του Ντρου και πέρασαν το υπόλοιπο της ημέρας τακτοποιώντας της σημειώσεις του πειράματος, ετοιμάζοντας πίνακες και γραφήματα και μία σύντομη συσχέτιση των ενεργειών που πραγματοποιήθηκαν και τον αποτελεσμάτων που εξήχθησαν, με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να παρέχουν στα μέλη της ερευνητικής ομάδας ένα σύνθετο πλαίσιο, το οποίο θα εξαντλούσε το υπό μελέτη ζήτημα. Θα ήταν ένας διακριτικός τρόπος να ξεκινήσουν, αλλά ο Ντρου αισθανόταν ότι ο δρόμος που θα είχαν να διανύσουν θα ήταν μακρύς και δύσβατος.
Την επόμενη μέρα, ο Ντρου έκανε τα συνήθη μαθήματά του, ενώ ο Μαρρόν έμεινε στο δωμάτιό του για να μελετήσει.
Το βράδυ, ο Καμαράντα έφτασε στο Μάντσεστερ. Με ένα ταξί έφτασε κατευθείαν στον τόπο διαμονής που είχαν κλείσει μέσω του Πανεπιστημίου, μετά τηλεφώνησε στον Ντρου για να τον ενημερώσει για την άφιξή του. Πήγε για δείπνο και μετά κοιμήθηκε. Το επόμενο πρωί, περιμένοντας τους άλλους επιστήμονες, που θα έφταναν εκείνη την ημέρα, πήγε στο Πάρκο Σάκβιλ, λίγο έξω από το Πανεπιστήμιο και κάθισε να διαλογιστεί στο παγκάκι που φιλοξενούσε το άγαλμα του Τούρινγκ10. Για εκείνον, ήταν σαν να ήταν κάτω από την ινδοσυκή του.
Ο Κομπαγιάσι, η Μαόκο και ο Σουλτς έφτασαν το απόγευμα. Η Νόβακ εμφανίστηκε το βράδυ.
Η πρώτη συνάντηση είχε κανονιστεί για το επόμενο πρωί, στις εννέα, στο εργαστήριο του πειράματος.
Η περιπέτεια ήταν έτοιμη να ξεκινήσει.
Κεφάλαιο IX
Άλλοι κάθονταν σε καρέκλες, άλλοι σε σκαμνιά, οι συμμετέχοντες στη συνάντηση ήταν σε ημικύκλιο γύρο από τον πάγκο, πάνω στον οποίο o μηχανικός εξοπλισμός που είχε κατασκευάσει ο Ντρου, φαινόταν σαν το ανώνυμο πρωτότυπο κάποιου πειράματος ηλεκτροδυναμικής. Ο καθηγητής ήταν δίπλα στις μικρομετρικές ρυθμίσεις, ενώ ο Μαρρόν καθόταν στον υπολογιστή.
Ο Ντρου πήρε τον λόγο.
<Ο εξοπλισμός που βρίσκεται μπροστά σας είναι, προφανώς, σε θέση να ανταλλάξει τις θέσεις μεταξύ δύο τμήματα χώρου που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Πρακτικά, αυτό που είναι στο σημείο Α θα αλλάξει στη στιγμή θέση με αυτό που βρίσκεται στο σημείο Β>.
Σε αυτή την ανακοίνωση, ο Σουλτς άνοιξε διάπλατα τα μάτια του, ίσως υποδηλώνοντας τη συνειδητοποίηση αυτού που τον έκαναν να προβλέπει οι μελέτες του πάνω στη σχετικότητα.
Ο Καμαράντα παρέμεινε προσηλωμένος, όπως στον διαλογισμό, ενώ ο Κομπαγιάσι άρχισε να παρατηρεί με ένα μικρό ειρωνικό χαμόγελο τη γεννήτρια υψηλής τάσης και τις συνδέσεις μεταξύ των διαφόρων μερών της συσκευής. Η Μαόκο, στο πλάι του, κοιτούσε σκεπτική το Μηχάνημα.
Η Νόβακ παρατηρούσε ψυχρή το σκηνικό, χωρίς να δείχνει κάποια αντίδραση, ενώ η Μπράις χαμογελούσε περιμένοντας, εναγωνίως.
Ο ΜακΚίντοκ καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα και περίμενε.
<Τώρα θα κάνουμε μία επίδειξη του φαινομένου. Το σημείο Α είναι πάνω σε αυτή την πλάκα>, συνέχισε ο Ντρου δείχνοντας τα αντίστοιχα τμήματα. <Το σημείο Β είναι τοποθετημένο πάνω στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις, μέσα στο γραφείο της, σε απόσταση 300 μέτρων από εδώ. Έχουμε τοποθετήσει μία κάμερα που βιντεοσκοπεί την πολυθρόνα. Η οθόνη δίπλα στην πλάκα είναι συνδεδεμένη με την κάμερα>.
Ο Ντρου έβγαλε μέσα από ένα κουτί ένα κομμάτι λευκού πλαστικού και το ακούμπησε πάνω στην πλάκα.
<Παρατηρήστε το πλαστικό και την οθόνη δίπλα>.
Όλοι έστρεψαν τα μάτια τους εκεί που τους υπέδειξε.
Με χαμηλή φωνή, ο Ντρου έδωσε εντολή στον Μαρρόν:
<Πάμε!>
Ο Μαρρόν πάτησε ένα κουμπί κι αμέσως το πλαστικό εξαφανίστηκε από την πλακέτα και εμφανίστηκε στον χώρο της κάμερας, να αιωρείται, κατεβαίνοντας αμέσως στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις.
Οι παρευρισκόμενοι έμειναν με κομμένη την ανάσα, σαστισμένοι. Κάποιοι σηκώθηκαν και πλησίασαν, για να εξετάσουν την πλάκα, πάνω από την οποία εξαφανίστηκε το πλαστικό.
Η Νόβακ είχε χλομιάσει, ακόμη περισσότερο από το σύνηθες χλωμό χρώμα των Νορβηγών.
Ο Κομπαγιάσι δεν χαμογελούσε πια. Ζαρώνοντας το μέτωπο παρατηρούσε τη συσκευή, ενώ η Μαόκο είχε τα μάτια ορθάνοιχτα από την έκπληξη.
Ο Σουλτς ακτινοβολούσε. Όρθιος, μπροστά στον πάγκο, κοιτούσε την οθόνη σαν να έδειχνε την γέννηση του πρώτου του παιδιού.
Ο ΜακΚίντοκ ήταν ικανοποιημένος και ήδη αισθανόταν τη χαρά των οικονομικών απολαβών που αυτό θα έφερνε στο Πανεπιστήμιο, ενώ ο Καμαράντα φαινόταν ήδη να διαλογίζεται πάνω στο μαθηματικό μοντέλο αυτού που μόλις είχε δει.
<Καθηγήτρια Μπράις!>, αναφώνησε ο Μαρρόν.
Όλοι στράφηκαν προς την καρέκλα που καθόταν η γυναίκα.
Η καθηγήτρια είχε λιποθυμήσει και είχε πέσει αναίσθητη πίσω, στην πλάτη της καρέκλας, με το κεφάλι γυρισμένο πίσω και τα μάτια τις ακίνητα και στραμμένα προς το πλάι.